Παρόμοια και εκείνος ο αδελφός που τον έστειλε ο Γέροντάς του για διάφορες απαραίτητες εργασίες στον «αποκρισάριό» του στην πόλη, όταν κατάλαβε ότι η κόρη του «αποκρισάριου» ήθελε να τον παρασύρει στην αμαρτία, λέγοντας μόνο: «Θεέ μου, με τις ευχές του Γέροντά μου, γλύτωσέ με» [1], αμέσως βρέθηκε στο δρόμο που οδηγούσε στο Γέροντά του; [2] Πόση βοήθεια παίρνει κανείς και με μόνη την επίκληση των ευχών του Γέροντά του; Για να πει: «Θεέ μου, με τις ευχές του Γέροντά μου, γλύτωσέ με», αμέσως βρέθηκε στο δρόμο. Κατανοείτε και των δυο την ταπείνωση και την ευλάβεια. Βρίσκονταν σε ανάγκη, και ήθελε ο Γέροντας να στείλει τον αδελφό του στον «αποκρισάριόι» του, και δεν του είπε: «Πήγαινε». Αλλά του είπε: «Θέλεις να πας»; Παρόμοια και ο αδελφός δεν είπε: «Θα πάω», αλλά του είπε: «Θα κάνω όπως θέλεις». Γιατί και τους πειρασμούς που θα συναντούσε φοβόταν, και το να κάνει παρακοή στο Γέροντά του. Κατόπιν μόλις δυσκολεύτηκαν περισσότερο, του λέει ο Γέροντας: «Σήκω, πήγαινε» και δεν του είπε:« Ελπίζω ότι ο Θεις θα σε σκεπάσει», αλλά του λέει:«Ελπίζω ότι, με τις ευχές του Γέροντά μου, ο Θεός θα σε σκεπάσει». Παρόμοια και ο αδελφός, όταν βρέθηκε στην πειρασμό, δεν είπε:« Θεέ μου, γλύτωσέ με», αλλά: «Θεέ μου, με τις ευχές του Γέροντά μου, γλύτωσέ με». Και καθένας τους είχε την ελπίδα στις ευχές του Γέροντά του.